Οι λέξεις! Αναρίθμητη φυλή! Κοσμοπολίτικο πλήθος! Τεράστια ποικιλία στη διάθεση των μεγάλων πνευμάτων αλλά και των παπαγάλων! Λέξεις! Πιο αέρινες και από τα πουλιά· πιο αστραφτερές και από τις πεταλούδες· πιο παραγωγικές και από τις μέλισσες· πιο σπαρταριστές και από τα ψάρια· πιο γρήγορες και από τους λαγούς· πιο ευωδιαστές και από τα λουλούδια· πιο ταξιδιάρες και από τη γύρη· πιο φωτεινές και από τ’ αστέρια.
Τι πιο δημιουργικό από τις λέξεις; Εν αρχή ην ο Λόγος…
Σαν να σας ακούω. Θεωρείτε ότι με αυτή μου την κριτική πλέκω το εγκώμιο της πιο τερατώδους λεξομηχανής που έχει εφεύρει ο άνθρωπος. Φυσικά και είναι έτσι. Επειδή ακριβώς, όμως, η τηλεόραση είναι αστείρευτη· επειδή παράγει λέξεις όπως το ηφαίστειο τη λάβα· επειδή ο λόγος σ’ αυτή είναι διαρκής, φρενήρης, ανεξέλεγκτος, εκκωφαντικός· επειδή είναι τόσο φλύαρη, που ο τηλεθεατής δεν προλαβαίνει να σταυρώσει λέξη, πρέπει να ξεκολλάτε από μπροστά της κάπου κάπου για χάρη εκείνων των ταπεινών λέξεων που κείτονται στο χαρτί.
Είναι ταπεινές οι λέξεις των βιβλίων, στριμωγμένες η μία δίπλα στην άλλη, κρυμμένες κάτω από το εξώφυλλο, κλεισμένες μέσα σε λιτά παραλληλεπίπεδα, χωρίς ποτέ να είναι σίγουρες ότι κάποιος θα σκύψει πάνω τους κι ακόμα λιγότερο ότι θα μπει στον κόπο να τις διαβάσει όλες. Δεν φιλοδοξούν να ανέβουν στο σανίδι. Στόχος τους δεν είναι ούτε η τηλεόραση ούτε ο στερεοφωνικός ήχος. Δεν είναι φτιαγμένες για να ουρλιάζουν. Είναι σιωπηλές. Είναι συγκρατημένες. Ξέρουν να περιμένουν.
Μας περιμένουν.
Και μόλις ανοίξεις το βιβλίο, τότε συντελείται το θαύμα της πρώτης ματιάς, που –όπως ακριβώς στα παραμυθία του Άντερσεν και του Περό– αφυπνίζει και γεννά τη ζωή. Και τότε, τι διακριτική αναστάτωση! Όλες οι λέξεις κάτι έχουν να πουν, όχι όμως στο αφτί. Μιλούν κατευθείαν στην καρδιά, την ψυχή, τη φαντασία, τη διάνοια και, ανάλογα με τα κέφια του εντολοδόχου τους, διεισδύουν στα κρυφά μονοπάτια, τα οποία με άπειρο κόπο χαρτογραφούν οι ποιητές.
Από τις λέξεις γεννιούνται οι εικόνες. Τι δηλαδή! Όπως γίνεται και στην τηλεόραση; Με τη μόνη διαφορά ότι πρόκειται για εικόνες που ανήκουν αποκλειστικά και μόνο σε εσάς· κανείς άλλος εκτός από εσας δεν μπορεί να τις δει. Τη στιγμή που εκατομμύρια μηρυκαστικά κοιτάζουν μαζί και ταυτοχρόνως την ίδια εικόνα στην οθόνη τους, εσείς γίνεστε συνδρομητές στα μάγια του προσωπικού σας σινεκλάμπ· εγκαταλείπεστε στις ηδονές της «ιδιωτικής σας τηλεόρασης».
Μπορεί βέβαια μέσα από τη γοητεία και τη ροή των λέξεων να νιώσετε την ανάγκη να τις ακούσετε προκειμένου να απολαύσετε τον ήχο τους. Αυτή ακριβώς η μουσική, αυτό το ντουέτο με τον συγγραφέα, είναι η αυτοσχέδια μελωδία που μπορείτε να προσφέρετε στον εαυτό σας, σαν επιβράβευση που επιλέξατε να ανοίξετε ένα βιβλίο.
Με ένα βιβλίο στα χέρια σας, θα περάσετε ώρες αξέχαστες. Τότε δεν θα είστε πια η νοικοκυρά κάτω των πενήντα ετών ούτε μια γυναίκα που έχει περάσει τα πενήντα. Η ηλικία σας δε θα έχει πια καμία απολύτως σημασία. Ποιος νοιάζεται γι’ αυτή; Είστε αναγνώστης και αυτό είναι υπέροχο. [480]
Μπερνάρ Πιβό (Bernard Pivot), Αμήχανοι Θεατές, εκδόσεις Λιβάνη. (Διασκευασμένο κείμενο).