Ανεξάρτητα από την πλευρά του Ατλαντικού στην οποία βρίσκονταν, οι εκδότες αποφάσισαν να επενδύσουν στο Διαδίκτυο για συγκεκριμένους λόγους. Φυσικά, τον πρώτο καιρό, η απόφαση της δημιουργίας ιστοσελίδων ήταν συχνά αποτέλεσμα της εις άτοπον απαγωγής: «Δεν μπορούμε να μην το κάνουμε αφού το κάνουν όλοι οι άλλοι». Κανένας Αμερικανός εκδότης δεν ήθελε να βρεθεί έξω από την καινούργια αναπτυσσόμενη αγορά, όσο αβέβαιη κι αν ήταν αυτή. Και κανένας Ευρωπαίος εκδότης δεν ήθελε να μείνει πίσω από τους Αμερικανούς.
Ο πρώτος βασικός λόγος που επηρέασε την απόφαση των εκδοτών ήταν η ευκαιρία να κάνουν το έντυπό τους γνωστό στο εξωτερικό. Η προπαγάνδα για τη γλώσσα, η διαφήμιση των εθνικών εντύπων, η επαφή με τη διασπορά είναι στοιχεία που βαραίνουν στην απόφαση. Ακόμα και οι πιστοί αναγνώστες βρίσκουν την εφημερίδα τους στο εξωτερικό το απόγευμα της ίδιας μέρας, στην καλύτερη περίπτωση, την επομένη το πρωί τις περισσότερες φορές. Με το Διαδίκτυο, την έχουν στα χέρια τους ακόμα πιο γρήγορα από το να είχαν να μετακινηθούν στο κοντινότερο περίπτερο. Και, φυσικά, στην πρώτη περίπτωση η τιμή είναι μεγαλύτερη ενώ στο Ίντερνετ είναι δωρεάν. Αξίζει να αναφέρουμε την περίπτωση της «New York Times», η οποία για ένα διάστημα πίστεψε ότι μπορεί να ζητήσει συνδρομή από τους αναγνώστες στο εξωτερικό. Η προσπάθεια δεν απέδωσε και η εφημερίδα προτίμησε να προσφέρει δωρεάν τη σελίδα της.
Ο δεύτερος λόγος σχετιζόταν με την υπέρβαση του χώρου και του χρόνου. Για τον Τύπο αυτό μεταφράζεται σε απελευθέρωση από τους περιορισμούς του χαρτιού. Όταν ο δημοσιογράφος γράφει ένα άρθρο πρέπει να υπολογίσει τις λέξεις ώστε να μην ξεπεράσει ή αντίθετα να γεμίσει το χώρο που αναλογεί στο άρθρο. Το μέγεθος ενός άρθρου αλλά και η δημοσίευσή του ή όχι είναι συνάρτηση της σπουδαιότητάς του σε σχέση με τα υπόλοιπα. Στο Ίντερνετ η άγνοια του χώρου δεν έχει κανένα νόημα, μια που ο χώρος είναι απεριόριστος. Το αντίθετο, μάλιστα, παρόμοια άρθρα, μικρότερα επεξηγηματικά του κύριου, είναι συμβατά με τη μορφή του νέου μέσου. Η σημασία του χώρου είναι ακόμα πιο μεγάλη αν λάβουμε υπόψη τη μείωση της ύλης σε σχέση με τις διαφημίσεις τα τελευταία χρόνια. Οι αμερικανικές εφημερίδες είδαν την ύλη τους να μειώνεται και να φτάνει το 40% του περιεχομένου. Η πολιτική αυτή, μπορεί μεν να κράτησε χαμηλά την τιμή των εφημερίδων, το έκανε όμως σε βάρος της ύλης.
Τέλος, η δημιουργία ιστοσελίδων δεν μπορεί παρά να ανανεώσει την εικόνα ενός εντύπου. Το αναγνωστικό κοινό γερνάει μαζί με τον Τύπο αλλά το Διαδίκτυο είναι κυρίως μια αγορά νέων. Η καινούργια γενιά του ζάπινγκ και των ηλεκτρονικών παιχνιδιών είναι πολύ λιγότερο παθητική από τους προγόνους της και έχει ανάγκη από μια διαφορετική θεματολογία, λιγότερο συντηρητική και κομφορμιστική, αλλά και από έναν τρόπο που να της επιτρέπει να εκφράζεται. Οι νέοι είναι πολυάσχολοι και υπερκινητικοί. Ο Τύπος πρέπει να τους ακολουθήσει για να μην τους χάσει. Να τους προσφέρει μέσω Διαδικτύου νέα θέματα, ντυμένα με ήχο και εικόνα. Να τους προσφέρει αμφίδρομη επικοινωνία, δηλαδή συμμετοχή. [485]
Βάλια Καϊμάκη, ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, ΑΦΙΕΡΩΜΑ, 15/1/2002 (Διασκευασμένο κείμενο).