Όλες αυτές τις μέρες, μπροστά στην τηλεόραση, σκεφτόμαστε και ξανασκεφτόμαστε πώς θα ήταν η ζωή χωρίς τη συσσώρευση λίπους, το πρόχειρο, βιαστικό φαγητό, την καθιστή στάση. Πώς θα ήταν άραγε να πετάς σακάκι, γραβάτα, ή ψηλοτάκουνα τακούνια –αναλόγως φύλου– και να ορμάς στο στάδιο, εκεί που όλοι οι αγώνες της καθημερινής ζωής αποκτούν την κυριολεξία τους, χωρίς να χάσουν τίποτα από τον συμβολισμό τους.
H μετάδοση των Ολυμπιακών Αγώνων μάς ξαναθυμίζει εφηβικά όνειρα, επαγγελματικές προαγωγές, συνεργασίες, πρωτιές και αποκλεισμούς από σημαντικές προσωπικές μάχες. Μας θυμίζει επίσης, από την πρώτη κιόλας στιγμή, τις μαύρες τρύπες στις οποίες πέφτεις και χάνεσαι αν κάνεις ένα μοιραίο λάθος. O Κεντέρης και η Θάνου1 έδωσαν στη φαντασίωση τη γείωσή της. Και στην εξιδανίκευση του γυμνασμένου κορμιού, μια ιδέα αμαρτίας.
Στις μέρες μας, όλοι εξπέρ (ειδικοί) στην ορολογία των αναβολικών. Όσα δεν καταφέραμε να μάθουμε στο σχολικό εγχειρίδιο της χημείας, μας απειλούν με τη μορφή μαθημάτων ανοιχτού πανεπιστημίου. Ουσίες-μάσκες, στεροειδή, βιομηχανίες που παράγουν στεροειδή, ο θαυμαστός κόσμος της χημείας ανοίγεται μπροστά μας κάθε φορά που ξεφυλλίζουμε εφημερίδες.
Αυτό το νέο πεδίο γνώσης είναι ιδιαιτέρως αποθαρρυντικό. Ξαφνικά αντιλαμβανόμαστε, θέλοντας και μη, τις τεράστιες πιέσεις της αθλητικής βιομηχανίας. Αρχίζουμε να θαυμάζουμε πιο συγκρατημένα, πιο δύσπιστα, τα μυώδη κορμιά στην τηλεόραση. Σκεφτόμαστε σχεδόν με ανακούφιση ότι ο ιδανικός σωματότυπος που εμφανίζεται νυχθημερόν στις οθόνες μας, με την ευκαιρία των Ολυμπιακών, μπορεί να μην είναι αποκλειστικά θαύμα της φύσης και της σκληρής άσκησης.
Κατά βάθος, μας άρεσε να πιστεύουμε ότι τα αναβολικά ανταποκρίνονταν στο στερεότυπό τους: στις βλοσυρές «αντρογυναίκες» από την Κίνα ή την Ανατολική Γερμανία που σάρωναν τα μετάλλια παλιότερα, αλλά τιμωρούνταν από τη φύση εκχωρώντας τα χαρακτηριστικά του φύλου τους για μια θέση στο βάθρο. Αποδείχτηκε ότι τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά. Ακόμη και ο Σιν Oυόρντ, παίκτης του εξευγενισμένου κρίκετ, είχε καταναλώσει ουσία-μάσκα που αποκρύπτει τη χρήση αναβολικών.
Θα μας άρεσε πολύ να μην υφίσταται διαπλοκή στον χώρο του αθλητισμού και οι αγώνες να είναι μια επιστροφή στην αγνότητα των προθέσεων, στον ρομαντισμό της σχολικής άμιλλας. Ξεχάσαμε ξαφνικά ότι η χημεία γιατρεύει τα πάντα; Tην ερωτική ζωή, τη μελαγχολία, το πάχος, την ηλικία; Γιατί λοιπόν μας σοκάρει ξαφνικά η χρήση της στη βιομηχανία του αθλητισμού; Αν δεν σοκαριζόμασταν τόσο θα είχαμε πιθανότατα προβλέψει, ίσως ακόμη και αποφύγει, αυτό που ο ξένος Τύπος ονόμασε, με ένα ίχνος χαιρεκακίας για την επαλήθευση των ορισμών, «ελληνική τραγωδία». [387]
Aμάντα Mιχαλοπουλου, Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 24/8/2004