Θα ήταν ουτοπία να έμεναν ζωντανές μερικές από τις πιο τρυφερές μνήμες της αθωότητάς μας; Το ποδήλατο τούς ανήκει. Μπορεί να βρει μια θέση και στην καθημερινότητα των μεγάλων; Απέμεινε λίγος χώρος ακόμη σ’ αυτόν τον τόπο για το παραμύθι; Κρατήσαμε λίγο όνειρο στο μυαλό, για τη ζωή μας, για την πόλη μας; Γιατί αυτό το χάσμα ανάμεσα σ’ αυτό που είμαστε παιδιά και σ’ αυτό που γίναμε τώρα; Υπήρξαμε παιδιά, τα έχουμε σήμερα κοντά μας, ζούμε ανάμεσα στα λόγια και τις εικόνες τους. Τίποτα δεν αξίζει από αυτά; Γιατί τις έχουμε φυλακίσει;
Παίζουν και οι μεγάλοι; Είναι αλήθεια ότι το κάνουν. Τρέχουν με τα αυτοκίνητα και καμαρώνουν. Όμως τα παιχνίδια τους είναι επικίνδυνα και αυτοκαταστροφικά. Δηλητηριάζουν τον αέρα, τρελαίνουν από τον θόρυβο, τραυματίζουν και σκοτώνουν. Στην Ευρώπη, 40.000 είναι κάθε χρόνο οι νεκροί, και όσα είναι τα θύματα των τροχαίων άλλα τόσα είναι τα θύματα της ρύπανσης. Τουλάχιστον όσοι και όσο είναι υγιείς το απολαμβάνουν; Όχι απόλυτα. Τα παιδιά τα έχουμε κλεισμένα στα διαμερίσματα, το ίδιο συμβαίνει με τους ηλικιωμένους και με όσους έχουν προβλήματα κινητικότητας. Ο δρόμος, που άλλοτε μας τράβαγε γιατί ήταν η συλλογική μας αυλή, τώρα μας διώχνει. Δεν στέκεσαι, τρέχεις θωρακισμένος πίσω από κλειστά τζάμια και λαμαρίνες αυτοκινήτων, που για «ασφάλεια» γίνονται όλο πιο μεγάλα, δυνατά και επικίνδυνα για τους άλλους.
Απέναντι στον εφιάλτη μιας κατάστασης που εδώ χειροτερεύει καθημερινά, αλλού, όχι μακριά μας, κάνουν τα όνειρά τους πραγματικότητα. Υπάρχουν πολλές ευρωπαϊκές πόλεις ήσυχες, με καθαρό αέρα, με λίγα αυτοκίνητα, πολλούς ποδηλάτες και τους δρόμους γεμάτους κόσμο, ηλικιωμένους και παιδιά να περπατούν άφοβα, ανέμελα και να το απολαμβάνουν. Έχουν ρίξει δημοτικά ποδήλατα στους δρόμους, δωρεάν, με κάρτα, ή ενοικιαζόμενα (Γερμανία, Δανία, Γαλλία κτλ), έχουν δρομολογήσει ποδήλατα ταξί, και βέβαια έχουν εξοπλιστεί με δίκτυα ειδικής υποδομής και εκατοντάδες σημεία ασφαλούς πρόσδεσης και στάθμευσης ποδηλάτων.
Είναι πόλεις πολιτισμένες και υγιείς οικονομικά, που λειτουργούν σωστά, οργανωμένα και αναπτύσσονται, προσελκύοντας κεφάλαια και επισκέπτες. Είναι πόλεις χωρίς κορεσμό. Είναι γρήγορες γιατί με το ποδήλατο, το περπάτημα και τη δημόσια συγκοινωνία εξοικονομείται χώρος και αποφεύγονται οι εμπλοκές. Δίνεται μια μοντέρνα λύση. Με το ποδήλατο, η μέση ταχύτητα, από πόρτα σε πόρτα, ξεπερνά τα 15 χλμ/ώρα, ενώ η αντίστοιχη μέση ταχύτητα, με αυτοκίνητο ή δημόσια συγκοινωνία, είναι κατά πολύ μικρότερη (π.χ. στην Αθήνα από πρόσφατη έρευνα του ΕΜΠ βρέθηκε με το αυτοκίνητο 8,5 χλμ/ώρα και με δημόσια συγκοινωνία 6,6 χλμ/ώρα).
Στη χώρα μας, το οδικό περιβάλλον αφέθηκε ανοχύρωτο στην αυθαιρεσία. Η πόλη το ίδιο. Δεν είναι όμως μια τελειωμένη υπόθεση, ούτε υπάρχουν πολλά σε αυτό που θα άξιζε κανείς να υπερασπιστεί. Ωστόσο, είναι παράξενο, αλλά αισθανόμαστε απόλυτα εξαρτημένοι από μια κατάσταση υποβάθμισης που δεν είναι τίποτα περισσότερο από ένας χάρτινος πύργος. Εδώ πνιγόμαστε σε μια κουταλιά νερό, ενώ η Ευρώπη αλλάζει με γρήγορους ρυθμούς. Το ποδήλατο, στις περισσότερες ευρωπαϊκές πόλεις που το ενέταξαν στη λειτουργία τους, είναι μια υπόθεση των τελευταίων δέκα ετών. Είμαστε καθυστερημένοι, αλλά όχι σε τραγικό βαθμό. Το παραμύθι υπάρχει. Θα επιλέξουμε αυτό ή τη μιζέρια; [487]
Θάνος Bλαστός, Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 18/9/2005 (Διασκευασμένο κείμενο).