Ο όρος «θρησκευτικός πόλεμος» ενοχλεί και απωθεί, γιατί φαίνεται συνώνυμος του φανατισμού και ιδιαίτερα μιας ουσιαστικά βλάσφημης αντίληψης για το Θεό. Τότε, όμως, οι χριστιανοί μάρτυρες, που προτιμούσαν να ριχτούν σαν τροφή στα λιοντάρια παρά να απαρνηθούν την πίστη τους, ήταν μόνον πεισματάρηδες που προέτασσαν τις πεποιθήσεις τους ή και τη στρεβλή αντίληψή τους για το πώς πρέπει να υπηρετούν το Θεό σε σχέση με το σεβασμό για την ιερότητα της ζωής; Το ίδιο θα μπορούσε να λεχθεί και για όσους θυσίασαν τη ζωή τους για να μην προδώσουν μια πολιτική ιδέα, ένα όνειρο που άξιζε γι’ αυτούς πολύ περισσότερο από την επιβίωση, και το έκαναν αυτό ακόμη και όταν ενδεχομένως δεν πίστευαν σε μια μεταθανάτια ζωή.
Τα ιδεώδη για τα οποία θυσιάζει κανείς τη ζωή του αλλάζουν, αλλά παραμένει μια ριζική διαφορά, την οποία διατύπωσε φιλοσοφικά ο Χέγκελ όταν ανέλυσε τη σχέση ανάμεσα στον κύριο και το δούλο. Ο δούλος απελευθερώνεται από τη σκλαβιά του μόνον όταν έχει το θάρρος να διακινδυνεύσει τη ζωή του στην πάλη για την ελευθερία. Και αν δεν πεθάνει σε αυτήν την πάλη, η ζωή του αλλάζει, γίνεται ζωή ενός ελεύθερου ανθρώπου. Νομίζουμε ότι ακόμη και αν η πάλη δεν καταλήγει σε θανάσιμη σύγκρουση, ο μόνος τρόπος για να ζήσει κανείς με αξιοπρέπεια στον κόσμο είναι να είναι διατεθειμένος για «μαρτύριο». Ζει αληθινά με τρόπο πιο ευτυχισμένο όποιος δεν θυσιάζει τη ζωή του, το χρόνο του, τις κύριες ασχολίες του στις τόσες ψεύτικες θεότητες που του προτείνονται με τον καθημερινό εκχυδαϊσμό και με τις ιδιοτελείς ιδεολογικές πλαστογραφίες.
Είναι πολύ πιθανό ο λεγόμενος «ιερός πόλεμος» των ισλαμιστών εξτρεμιστών ενάντια στη Δύση να είναι στην πραγματικότητα μόνο μια πάλη για την κυριαρχία ‒εδαφική, οικονομική, πετρελαϊκή και σε κάθε περίπτωση πολύ γήινη‒ που μεταμφιέζεται σε θρησκευτικό πόλεμο με σκοπό τη χειραγώγηση των μαζών. Εμείς που δεν ζούμε στο Ισλάμ δεν το γνωρίζουμε. Γνωρίζουμε πάρα πολύ καλά όμως ότι ο «δικός» μας θρησκευτικός ή πολιτισμικός πόλεμος ενάντια στην «τρομοκρατία» (η ενοποίηση του «εχθρού» κάτω από ένα μόνο όνομα χρησιμεύει για να υποστηριχθεί η αναγκαιότητα μιας μοναδικής καθοδήγησης) είναι ένας εντελώς γήινος και κοσμικός πόλεμος. Και έχουμε πολλούς λόγους για να εναντιωθούμε σε αυτόν τον πόλεμο, κυρίως, στο βαθμό που αυτός συνεπάγεται ‒και πράγματι συνεπάγεται‒ την παραβίαση πολλών από εκείνα τα ιδεώδη για τα οποία θα μπορούσαμε να αισθανθούμε υποχρεωμένοι να θυσιάσουμε τη ζωή μας.
Ας πάψουμε, όμως, να συγκινούμαστε ευλαβικά ή υποκριτικά για την ιερότητα της ζωής. Οι Λατίνοι μάς έχουν κληροδοτήσει το απόφθεγμα: «Propter vitam, vivendi perdere causas». Που σημαίνει: «Από αγάπη για τη ζωή καταλήγουμε να χάνουμε τους λόγους για τους οποίους αξίζει να ζούμε».
Από πολλές απόψεις ο πλούσιος, αλλά τρομακτικά στερούμενος νοήματος, ο κυνικός και συμβιβασμένος πολιτισμός μας αντιστοιχεί σε αυτήν την περιγραφή. Το ζητούμενο δεν είναι να προετοιμαζόμαστε για τον πόλεμο και να αποδεχόμαστε το νόμο της βίας. Αλλά να πειστούμε ότι μπορούμε αληθινά να διακινδυνεύσουμε τη ζωή μας, για να οικοδομήσουμε έναν κόσμο στον οποίο κανείς δεν θα υποχρεώνεται πλέον να διακινδυνεύει τη ζωή του ή να πεθαίνει εξαιτίας του συμφέροντος άλλων.
Η οικοδόμηση ενός κόσμου στον οποίο όλοι θα μπορούν να επιλέγουν την αξία, τον θεό στο όνομα του οποίου θέλουν να ζουν ή και να θυσιάζουν τη ζωή τους θα έπρεπε να είναι αληθινά το ιδεώδες, στο όνομα του οποίου θα μπορούσαμε να αποφύγουμε την ανόητη ζωή και τον ανόητο θάνατο στον οποίο κινδυνεύουμε να καταδικαστούμε. [556]
Τζάνι Βάτιμο, ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, (επιμέλεια: Θανάσης Γιαλκέτσης) 23/5/2004 (Διασκευασμένο κείμενο).
Ο Τζάνι Βάτιμο είναι ένας από τους πιο σημαντικούς σύγχρονους ιταλούς φιλοσόφους και διδάσκει στο πανεπιστήμιο του Τορίνου.