Τα τελευταία χρόνια η σύγκρουση μεταξύ «προόδου» και «συντήρησης», που δέσποζε για πολλές δεκαετίες στις εκλογικές αναμετρήσεις, εμφανίζεται πλέον, από πολλές πλευρές, σαν παρωχημένη και ανεπίκαιρη, με το επιχείρημα ότι η σύγχρονη πραγματικότητα της παγκοσμιοποιημένης οικονομίας και της ευρωπαϊκής ενοποίησης επιβάλλει την εγκατάλειψη των ιδεολογικοπολιτικών διαφορών και τον περιορισμό της πολιτικής διαμάχης αποκλειστικά και μόνο στο πεδίο της οικονομικής διαχείρισης.
Ωστόσο το επιχείρημα αυτό είναι ψευδεπίγραφο. Οι διαφορές μπορεί πράγματι, με το πέρασμα του χρόνου, να έχουν αμβλυνθεί ή μεταλλαχθεί, αλλά σε καμία περίπτωση δεν έχουν εξαλειφθεί. Ως εκ τούτου, αυτό που προέχει σήμερα είναι η ανάδειξη των πραγματικών ιδεολογικοπολιτικών διαφορών που οριοθετούν τους δύο πόλους, της «προόδου» και της «συντήρησης». Για να γίνει αυτό όμως πρέπει να συντρέξουν δύο βασικές προϋποθέσεις:
Πρέπει να προηγηθούν ορισμένες αποσαφηνίσεις: Πρόοδος δεν είναι η άκριτη προσαρμογή σε μια σύγχρονη πραγματικότητα, αλλά η προσεκτική και με επίκαιρους όρους διήθησή της, ώστε να υιοθετηθεί μια πολιτική που θα εξυπηρετεί την κοινωνική συνοχή, τη βιώσιμη ανάπτυξη και τον ολοκληρωμένο ‒κοινωνικό, πολιτικό και ατομικό‒ αυτοπροσδιορισμό του ανθρώπου χωρίς να αγνοεί τα νέα δεδομένα και τις προϊούσες ραγδαίες εξελίξεις αλλά και χωρίς να τα ταυτίζει με τους νόμους της φύσης. Αυτό σημαίνει, πρακτικά, ότι οι προοδευτικές πολιτικές δυνάμεις πρέπει μεν να κινούνται με αίσθηση ρεαλισμού αλλά και να εξαντλούν όλα τα περιθώρια μιας θαρραλέας και ριζοσπαστικής πολιτικής.
Σταθερό σημείο αναφοράς μιας προοδευτικής πολιτικής είναι η άρνηση να θυσιάζονται κρίσιμα δικαιώματα στο όνομα μιας γενικής και αόριστης «ασφάλειας», η οποία χρησιμοποιείται, προσχηματικά εν πολλοίς, σαν αντίβαρο απέναντι στην ελευθερία. Για μια προοδευτική πολιτική προσέγγιση δεν νοείται αντιπαράθεση μεταξύ της ασφάλειας και της ελευθερίας αλλά μόνο ισορροπημένη διασφάλιση της ατομικής και της κοινωνικής προστασίας, τόσο για τους ημεδαπούς όσο και για τους αλλοδαπούς, χωρίς εκπτώσεις αλλά και χωρίς επιτηδευμένες μεταπτώσεις σε αυταρχικές πρακτικές.
Προοδευτική πολιτική, πάντως, δεν είναι ούτε ο στείρος καταγγελτικός λόγος απέναντι στη σύγχρονη πραγματικότητα. Η παγκοσμιοποίηση αποτελεί ένα σύγχρονο κοινωνικό φαινόμενο, που αγκαλιάζει όλες τις πτυχές της ανθρώπινης συμβίωσης. Δεν ωφελεί επομένως ούτε να ξορκίζεται ούτε να δαιμονοποιείται. Απαιτείται, αντίθετα, η πλήρης κατανόησή της, προκειμένου να οργανωθούν, τόσο σε εθνικό όσο και σε υπερεθνικό επίπεδο, οι αναγκαίες αντιστάσεις, Αυτό όμως σημαίνει ότι πρέπει να διαμορφωθούν νέες μορφές πολιτικής δράσης και να αναζητηθούν επίκαιρες εποικοδομητικές λύσεις, χωρίς να εγκαταλείπεται η προτεραιότητα της προστασίας των κοινωνικά αδυνάτων. Η άκριτη υποτίμηση των τελευταίων αποτελεί ασυγχώρητη εγκατάλειψη του λαϊκού χαρακτήρα και των ιστορικών καταβολών της προοδευτικής πολιτικής. Από την άλλη μεριά, όμως, η εθελοτυφλία απέναντι στις νέες προκλήσεις, ο ακραίος εθνικισμός, ο άκρατος λαϊκισμός, ο παρωχημένος κρατισμός, η στείρα αντίθεση στην πολιτική ενοποίηση της Ευρώπης, η δογματική περιχαράκωση στην παράδοση και την ιστορία, ο πείσμων κοινωνικός και πολιτικός απομονωτισμός και η «φυγή προς τα πίσω» όχι μόνον σηματοδοτούν προσχώρηση στο συντηρητικό οπλοστάσιο αλλά και αποτελούν σήμερα, στην εποχή της παγκοσμιοποίησης, την πλέον σίγουρη συνταγή αποτυχίας. [464]
Γιώργος Χ. Σωτηρέλης, ΒΗΜΑ ΙΔΕΩΝ, 27/9/2009, (Διασκευασμένο κείμενο).
Ο Γιώργος Χ. Σωτηρέλης είναι καθηγητής συνταγματικού δικαίου στο πανεπιστήμιο Αθηνών.