Να θυμάστε ότι περισσότερος χρόνος για τηλεόραση σημαίνει λιγότερος χρόνος για ζωή και μάθηση. Σύμφωνα με έρευνα της Αμερικανικής Εταιρείας Παιδιατρικής, ένα παιδί που γεννήθηκε στη δεκαετία του ’80 μέχρι τα 70 του χρόνια θα έχει ξοδέψει πάνω από μια επταετία μπροστά στη μικρή οθόνη. Σε αρκετές περιπτώσεις ο χρόνος αυτός θα υπερβαίνει τα χρόνια που θα ξοδέψει στα θρανία και στο διάβασμα. Αντίστοιχες στατιστικές αποκαλύπτουν ότι υπάρχει άμεση συσχέτιση ανάμεσα στις ώρες που ξοδεύει ένα παιδί μπροστά στην τηλεόραση και στο ποσοστό αποτυχίας στα σχολικά τεστ (όσο περισσότερες οι ώρες τόσο μεγαλύτερη η αποτυχία).
Όσο οι «ειδικοί» θα ερίζουν, εσείς καλύτερα να απέχετε από την τηλεθέαση. Οι διάφορες θεωρίες των «επιδράσεων της τηλεόρασης» καταλήγουν σε αντικρουόμενα συμπεράσματα. Δεν υπάρχει, για παράδειγμα, σύγκλιση απόψεων ως προς την έκταση των επιπτώσεων που έχουν τα βίαια θεάματα ή οι διαφημίσεις σε παιδιά και ενηλίκους. Άλλοι θεωρούν ότι το μέσο είναι παντοδύναμο (άρα είναι δύσκολο να του αντισταθεί κανείς), ενώ δεν λείπουν και εκείνοι που υποστηρίζουν ότι οι επιδράσεις του μέσου είναι μηδαμινές και σε κάθε περίπτωση άκρως υποκειμενικές και μη μετρήσιμες. Άρα δεν έχει σημασία πόσο, πώς και τι παρακολουθεί κανείς, αλλά η συνολική συγκρότηση κάθε ξεχωριστής προσωπικότητας. Το ερώτημα αυτό συμπυκνώνεται εύγλωττα στην ενδιαφέρουσα ταινία του Ολιβερ Στόουν «Γεννημένοι δολοφόνοι»: Είναι η τηλεόραση που κατασκευάζει τους θύτες και τα θύματα ή απλώς τους παρουσιάζει στον παραμορφωτικό καθρέφτη της, δημιουργώντας, με τη σειρά της, επιπλέον αλυσιδωτές αντιδράσεις σε μια εθισμένη στο θέαμα κοινωνία του «homο videns»;
Σκεφτείτε πως στην ουσία τους οι λέξεις «θεατής» και «ενεργητικός» είναι έννοιες αλληλοαποκλειόμενες. Ίσως το χειρότερο στην τηλεόραση να μην είναι τόσο οι συμπεριφορές που ενθαρρύνει (παθητικότητα, νωθρότητα, έλλειψη κριτικής σκέψης), όσο οι συμπεριφορές που αποκλείει: Το παιχνίδι, η συζήτηση, οι ομαδικές και οικογενειακές δραστηριότητες, η ανταλλαγή απόψεων, η δράση, η κοινωνικότητα. Όπως έγραφε και ο Άγγλος συγγραφέας και κριτικός τέχνης Τζον Μπέργκερ σε ένα άρθρο του αφιερωμένο στον Γκι Ντεμπόρ, η τηλεοπτικοποιημένη αντίληψη του κόσμου δημιουργεί ένα σύστημα όπου «καμία εμπειρία δεν μεταβιβάζεται από τον ένα στον άλλο. Μοιράζεται μόνο το θέαμα, το παιχνίδι στο οποίο κανένας δεν παίζει και όπου καθένας παρατηρεί». Ίσως το καταναλώσιμο «ψευδογεγονός», όπως αποκαλεί ο Μποντριγιάρ τον εκ τηλεοράσεως αντικατοπτρισμό της πραγματικότητας, να είναι πράγματι η ουσία της αλλοτρίωσης, το κακό όνειρο μιας κοινωνίας που τελικά δεν εκφράζει παρά την επιθυμία της να κοιμηθεί. [383]
ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, ΑΦΙΕΡΩΜΑ, 20/11/2001 (Διασκευασμένο κείμενο).