Πού μας οδηγεί η παγκοσμιοποίηση

Η παγκοσμιοποίηση, τελικά, τι είναι; Απειλή ή όραμα; Ενδιάμεση φάση στην ανέλιξη του ανθρώπου ή απόρριψη κάθε ιστορικού κεκτημένου του ανθρώπου από ριψάσπιδες1 πνευματικούς και πολιτικούς ηγέτες;

Η αλήθεια είναι ότι η παγκοσμιοποίηση υπόσχεται πολλά και σε πολλούς. Και, κυρίως, στους κατέχοντες. Και σ’ εκείνους που ελπίζουν να εισπηδήσουν στους κατέχοντες, περίπου σαν λαθρομετανάστες της Ιστορίας. Η παγκοσμιοποίηση υπόσχεται, κατ’ εξοχήν, πολλά αγαθά. Υπόσχεται θεσμούς προστασίας, διακρατικούς και υπερκρατικούς, με δύναμη καταστολής. Και οικονομικούς θεσμούς, με συντριπτική παρουσία και δραστηριότητα. Η παγκοσμιοποίηση υπόσχεται ανθρώπινα δικαιώματα, την προστασία τους, την απονομή δικαιοσύνης με βάση αυτά. Η παγκοσμιοποίηση υπόσχεται ειρήνη και δημιουργία!

Η παγκοσμιοποίηση, από την άλλη, συνιστά απειλή:

  • Όταν η διεθνής έννομη τάξη αγνοείται ή και ευτελίζεται. Όταν ο ΟΗΕ καλείται να επικυρώσει αποφάσεις που δεν έλαβε ή αποφάσεις που έλαβε αγνοούνται προκλητικά.
  • Όταν οι διεθνείς οργανισμοί προτείνουν σκληρά μοντέλα άφθονης ανεργίας και ατέλειωτων κύκλων δαντικής δυστυχίας στον βωμό μιας ιστορικά ακατανόητης ανταγωνιστικότητας.
  • Όταν η υπόσχεση προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων μετατρέπεται σε βία και κατευθύνεται επιλεκτικά σε συγκεκριμένους λαούς, με θύματα αθώους συνανθρώπους μας.

Τι κάνουμε λοιπόν; Τι προτείνουμε; Οι πολιτικοί υπάρχουν και η πολιτική αποκτά νόημα μόνο όταν δίνει ή υπόσχεται πειστικές λύσεις.

Η πρώτη πρόταση: Να αποκτήσουμε βαθιά γνώση αυτής της νέας μεγάλης πορείας του ανθρώπου. Να την κατανοήσουμε σωστά. Να την καταστήσουμε κτήμα των πολιτών. Αυτό προϋποθέτει την αποκατάσταση του ρόλου της Πολιτικής, που έχει υποκαταστήσει η Οικονομία, και της πολιτικής επικοινωνίας, την οποία έχουν στρεβλώσει τα μεγάλα ηλεκτρονικά ΜΜΕ, στο πλαίσιο της λεγομένης «τηλεοπτικής δημοκρατίας». Αυτή η αποκατάσταση είναι το πρώτιστο χρέος των πολιτικών και των συνειδητών πολιτών.

Η δεύτερη πρόταση: Το αίτημα της διαφάνειας της δημόσιας ζωής είναι, όσο ποτέ, επιτακτικό. Στο τρίγωνο «Δημόσιος βίος, Οικονομία, ΜΜΕ» όλα είναι θολά. Χρειάζεται άπλετο φως. Τα δημόσια πρόσωπα, –όχι μόνον οι πολιτικοί– πρέπει να υπόκεινται σε πλήρη διαφάνεια. Αν η μεγαλύτερη αυτοκινητοβιομηχανία της Ευρώπης, όπως αποκάλυψε η εφημερίδα «Le Monde», δεν πληρώνει κανέναν φόρο και χρηματοδοτεί μηχανισμούς άμεσου ή έμμεσου επηρεασμού της κοινής γνώμης, αυτό πρέπει να γίνεται πλατιά γνωστό. Η θεσμοθέτηση, επομένως, του δικαιώματος γνώσης, του δικαιώματος στην πλήρη διαφάνεια της δημόσιας ζωής, στην πιο πλατιά της έννοια.

Χρειαζόμαστε, λοιπόν, ένα παγκόσμιο κοινωνικό συμβόλαιο, που θα ανταποκρίνεται στις θεμελιώδεις ανάγκες του σύγχρονου ανθρώπου. Που θα κινητοποιεί λαούς. Θα αξιοποιεί τα μέσα ικανοποίησης των αναγκών τους, τη γνώση, την παιδεία, την επικοινωνία. Ένα τέτοιο κοινωνικό συμβόλαιο μπορεί να θεμελιώσει την αλληλεγγύη των λαών, να διασφαλίσει τη διεθνή ειρήνη, τη δικαιοσύνη, την ειλικρινή, όχι την υποκριτική, προστασία των μειονοτήτων. Ένα τέτοιο συμβόλαιο θα εγγυάται την ανεξαρτησία και τη δίκαιη κυριαρχία του εθνικού κράτους.

Μια τέτοια πρωτοβουλία για ένα παγκόσμιο κοινωνικό συμβόλαιο ανήκει στα δημοκρατικά κοινοβούλια. Η παγκοσμιοποίηση, χωρίς συνολική δημοκρατική νομιμοποίηση, θα καταλήξει σε ιστορική αναρχία και πλήρη ανομία. Η ιστορική ευθύνη μας δεν αντέχει κανένα «άλλοθι», καμιά επιείκεια. Όλοι μας ξέρουμε. Αν δεν δράσουμε εγκαίρως, μας αναμένει το «καθαρτήριο» του 21ου αιώνα. [474]

Απόστολος Κακλαμάνης, ΤΟ ΒΗΜΑ, 10/10/1999,  (Διασκευασμένο κείμενο). 

 

Δημοσιεύθηκε στη Γ΄ Λυκείου, Παγκοσμιοποίηση | Ετικέτες: , , , , , | Σχολιάστε

Παραγωγή γοητείας

Είναι τόσο μεγάλο το παζάρι και τόσο δυνατή η φωνή του κράχτη, ώστε ακόμα και ο πιο άδολος άνθρωπος διερωτάται γιατί έχουμε τόσο μεγάλη ανάγκη να αποκαταστήσουμε το εγώ μας μετέχοντας στη μεγάλη αγορά των επιθυμιών; Η πιεστική πληθώρα κοσμικών περιοδικών ποικίλης ύλης, που διαρκώς αυξάνεται σε αριθμό και γίνεται κυριολεκτικά ανάρπαστη, δίνει απτή την εικόνα της μύχιας ανάγκης.

Κατά μία έννοια, όλη η κοινωνική ζωή βάζει υποψηφιότητα συμμετοχής σε κάποια ασαφή καλλιστεία: η φυσική εμφάνιση, το ντύσιμο, η κατοικία (τόπος, χώρος, οργάνωση, διακριτική επίδειξη πλουτισμού), η διατροφή, η κοινωνικότητα, η διασκέδαση, το ταξίδι κτλ. Είναι μια σειρά από τεστ εκσυγχρονισμού. Τίποτα το καταναγκαστικό στις σελίδες αυτών των περιοδικών. Από άρθρο σε άρθρο και από σαλόνι σε σαλόνι πνέει μια αίσθηση νωθρής θωπείας ειδώλων που αντανακλώνται σε μια αίθουσα με καθρέφτες. Το συγκεκριμένο δεν έχει ποτέ βαρύνουσα αξία. Η δύναμη αυτού του κόσμου αρύεται2 από τις πολλαπλές παρασημάνσεις που εκρήγνυνται σαν χαρμόσυνα πυροτεχνήματα στη συνείδηση του αναγνώστη.

Ο μυστικός μηχανισμός στο ζήτημα της επιθυμίας είναι η έλλειψη. Η φυσική ανάγκη, όπως ξέρουμε, μπορεί να ικανοποιηθεί (πεινάς και τρως, διψάς και πίνεις). Αλλά η επιθυμία έχει άλλο δαίμονα: η ιδιοφυΐα της δεν αποσκοπεί στην ικανοποίηση παρά στην αενάως αναιρούμενη αίσθηση ενός κενού που πάση θυσία πρέπει να μετατοπιστεί ή να αποσιωπηθεί. Ένα αντικείμενο είναι καλό επειδή είναι ένα και συνάμα εκμηδενίζεται επειδή είναι μόνο «ένα».

Το ακριβό αυτοκίνητο ‒όπως και το ακριβό πανωφόρι‒ φέρει μαζί του το κύρος ενός κόσμου που δεν δημιούργησε ο πελάτης, αλλά απλώς απόκτησε καταβάλλοντας το αντίτιμο. Μόνο που ο «αγορασμένος» κόσμος και το εξωνηθέν3 γόητρο δεν περιορίζονται ποτέ. Σωρεύοντας νέα αντικείμενα, η υποβολή αυξάνεται αντί να μειώνεται. Μεθυσμένος από το φίλτρο4 της έξωθεν πολυτέλειας, ο καταναλωτής νιώθει υποχείριο. Αφού αποκτά ξένα όπλα, πρέπει ταυτόχρονα να αποκτήσει και το μυστικό της απόλαυσης τους. Το περίτεχνο ψεύδος δηλαδή αποσκοπεί στο να σε κάνει ανώτερο απ’ ό,τι είσαι και απελπιστικά κατώτερο απ’ ό,τι θα έπρεπε να ήσουν. Κατά συνέπεια, η γοητεία παράγεται ‒δεν υπάρχει.

Η οργάνωση της γοητείας, σε παγκόσμια κλίμακα και με πανίσχυρα μέσα (περιοδικά, εφημερίδες, τηλεόραση, κινηματογράφο) θυμίζει εκστρατεία διαφώτισης. Μόνο που θα ήταν αφελές αν πιστεύαμε ότι το παιχνίδι παίζεται ανάμεσα στον πομπό και στον δέκτη. Άπαξ5 και δοθεί το σύνθημα, κάθε δέκτης γίνεται ενεργητικό μέλος της μεγάλης συνωμοσίας. Υπάρχουν γυναίκες που τις ξεφυλλίζεις σαν περιοδικά ποικίλης ύλης, όπως και άνδρες που ανακεφαλαιώνουν τα όσα είδαν και άκουσαν.

Ο μόδιστρος, ο εκδότης, ο σκηνοθέτης, σταδιακά αναδεικνύονται σε οδηγούς των συνειδήσεων χωρίς ποτέ να κατονομάζονται ως τέτοιοι. Όσο οι κοινωνίες αποσπώνται από την ανάγκη και βάζουν πλώρη προς την επιθυμία, το δίκτυο του ελέγχου παίρνει τις διαστάσεις παγκόσμιας επιδημίας. [436]

Κωστής Παπαγιώργης, Ο ΚΟΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΠΕΝΔΥΤΗ, 1/3/2003 (Διασκευασμένο κείμενο).

 

Δημοσιεύθηκε στη Γ΄ Λυκείου, Καταναλωτισμός Διαφήμιση | Ετικέτες: , , , , , , , , , | Σχολιάστε

Πεθαίνοντας για ιδανικά

Ο όρος «θρησκευτικός πόλεμος» ενοχλεί και απωθεί, γιατί φαίνεται συνώνυμος του φανατισμού και ιδιαίτερα μιας ουσιαστικά βλάσφημης αντίληψης για το Θεό. Τότε, όμως, οι χριστιανοί μάρτυρες, που προτιμούσαν να ριχτούν σαν τροφή στα λιοντάρια παρά να απαρνηθούν την πίστη τους, ήταν μόνον πεισματάρηδες που προέτασσαν τις πεποιθήσεις τους ή και τη στρεβλή αντίληψή τους για το πώς πρέπει να υπηρετούν το Θεό σε σχέση με το σεβασμό για την ιερότητα της ζωής; Το ίδιο θα μπορούσε να λεχθεί και για όσους θυσίασαν τη ζωή τους για να μην προδώσουν μια πολιτική ιδέα, ένα όνειρο που άξιζε γι’ αυτούς πολύ περισσότερο από την επιβίωση, και το έκαναν αυτό ακόμη και όταν ενδεχομένως δεν πίστευαν σε μια μεταθανάτια ζωή.

Τα ιδεώδη για τα οποία θυσιάζει κανείς τη ζωή του αλλάζουν, αλλά παραμένει μια ριζική διαφορά, την οποία διατύπωσε φιλοσοφικά ο Χέγκελ όταν ανέλυσε τη σχέση ανάμεσα στον κύριο και το δούλο. Ο δούλος απελευθερώνεται από τη σκλαβιά του μόνον όταν έχει το θάρρος να διακινδυνεύσει τη ζωή του στην πάλη για την ελευθερία. Και αν δεν πεθάνει σε αυτήν την πάλη, η ζωή του αλλάζει, γίνεται ζωή ενός ελεύθερου ανθρώπου. Νομίζουμε ότι ακόμη και αν η πάλη δεν καταλήγει σε θανάσιμη σύγκρουση, ο μόνος τρόπος για να ζήσει κανείς με αξιοπρέπεια στον κόσμο είναι να είναι διατεθειμένος για «μαρτύριο». Ζει αληθινά με τρόπο πιο ευτυχισμένο όποιος δεν θυσιάζει τη ζωή του, το χρόνο του, τις κύριες ασχολίες του στις τόσες ψεύτικες θεότητες που του προτείνονται με τον καθημερινό εκχυδαϊσμό και με τις ιδιοτελείς ιδεολογικές πλαστογραφίες.

Είναι πολύ πιθανό ο λεγόμενος «ιερός πόλεμος» των ισλαμιστών εξτρεμιστών ενάντια στη Δύση να είναι στην πραγματικότητα μόνο μια πάλη για την κυριαρχία ‒εδαφική, οικονομική, πετρελαϊκή και σε κάθε περίπτωση πολύ γήινη‒ που μεταμφιέζεται σε θρησκευτικό πόλεμο με σκοπό τη χειραγώγηση των μαζών. Εμείς που δεν ζούμε στο Ισλάμ δεν το γνωρίζουμε. Γνωρίζουμε πάρα πολύ καλά όμως ότι ο «δικός» μας θρησκευτικός ή πολιτισμικός πόλεμος ενάντια στην «τρομοκρατία» (η ενοποίηση του «εχθρού» κάτω από ένα μόνο όνομα χρησιμεύει για να υποστηριχθεί η αναγκαιότητα μιας μοναδικής καθοδήγησης) είναι ένας εντελώς γήινος και κοσμικός πόλεμος. Και έχουμε πολλούς λόγους για να εναντιωθούμε σε αυτόν τον πόλεμο, κυρίως, στο βαθμό που αυτός συνεπάγεται ‒και πράγματι συνεπάγεται‒ την παραβίαση πολλών από εκείνα τα ιδεώδη για τα οποία θα μπορούσαμε να αισθανθούμε υποχρεωμένοι να θυσιάσουμε τη ζωή μας.

Ας πάψουμε, όμως, να συγκινούμαστε ευλαβικά ή υποκριτικά για την ιερότητα της ζωής. Οι Λατίνοι μάς έχουν κληροδοτήσει το απόφθεγμα: «Propter vitam, vivendi perdere causas». Που σημαίνει: «Από αγάπη για τη ζωή καταλήγουμε να χάνουμε τους λόγους για τους οποίους αξίζει να ζούμε».

Από πολλές απόψεις ο πλούσιος, αλλά τρομακτικά στερούμενος νοήματος, ο κυνικός και συμβιβασμένος πολιτισμός μας αντιστοιχεί σε αυτήν την περιγραφή. Το ζητούμενο δεν είναι να προετοιμαζόμαστε για τον πόλεμο και να αποδεχόμαστε το νόμο της βίας. Αλλά να πειστούμε ότι μπορούμε αληθινά να διακινδυνεύσουμε τη ζωή μας, για να οικοδομήσουμε έναν κόσμο στον οποίο κανείς δεν θα υποχρεώνεται πλέον να διακινδυνεύει τη ζωή του ή να πεθαίνει εξαιτίας του συμφέροντος άλλων.

Η οικοδόμηση ενός κόσμου στον οποίο όλοι θα μπορούν να επιλέγουν την αξία, τον θεό στο όνομα του οποίου θέλουν να ζουν ή και να θυσιάζουν τη ζωή τους θα έπρεπε να είναι αληθινά το ιδεώδες, στο όνομα του οποίου θα μπορούσαμε να αποφύγουμε την ανόητη ζωή και τον ανόητο θάνατο στον οποίο κινδυνεύουμε να καταδικαστούμε. [556]

Τζάνι Βάτιμο, ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, (επιμέλεια: Θανάσης Γιαλκέτσης) 23/5/2004 (Διασκευασμένο κείμενο).

Ο Τζάνι Βάτιμο είναι ένας από τους πιο σημαντικούς σύγχρονους ιταλούς φιλοσόφους και διδάσκει στο πανεπιστήμιο του Τορίνου.

 

 

Δημοσιεύθηκε στη Αξίες, Γ΄ Λυκείου | Ετικέτες: , | Σχολιάστε